Το νομοσχέδιο για την κοινωνική ασφάλιση

Το νέο Ασφαλιστικό είναι γεγονός ότι «αγγίζει» τους πάντες:

τους σημερινούς ασφαλισμένους, αυτούς που τώρα ετοιμάζονται να βγουν στη σύνταξη, αλλά και όλους τους σημερινούς συνταξιούχους.

Θίγει ιδιαίτερα τη νέα γενιά, η οποία εξαιτίας των ελαστικών μορφών απασχόλησης και των δραματικά μειωμένων αποδοχών καθίσταται αμφίβολο πότε (και αν) θα πάρει σύνταξη.

Βασικό στοιχείο είναι η άμεση κατάργηση του μεταβατικού χαρακτήρα εφαρμογής (προβλέπονταν σε βάθος 35ετίας ) του Ν.3863/2010 (Λοβέρδου –Κουτρουμάνη).

O Νόμος 4336/2015 (τρίτο μνημόνιο) αναφέρεται στην άμεση εφαρμογή του Ν3863/2010 ως έχει.

Εκτός όμως από τις ρυθμιστικές παρεμβάσεις είναι και οι υπόλοιπες νέες δεσμεύσεις του μνημονίου που πρέπει να ενσωματωθούν οι οποίες οδηγούν στην επίσπευση της εφαρμογής του.

Ο Νόμος αυτός, έρχεται να προστεθεί στη νομιμοποίηση των προηγούμενων αντιασφαλιστικών νόμων, στην αύξηση των ορίων ηλικίας στα 67 χρόνια ή στα 62 με 40 χρόνια εργασίας,

στην αύξηση των εισφορών για την περίθαλψη στους ήδη συνταξιούχους, καθώς και στις περικοπές για τις δαπάνες για συντάξεις κατά 1,8 δις από τον προϋπολογισμό.

Πρόκειται για μια συνολική ασφαλιστική αναδιάρθρωση, που μετατρέπει το Δημόσιο αλληλέγγυο ασφαλιστικό σύστημα, από αναδιανεμητικό σε ανταποδοτικό με κατεύθυνση να γίνει πλήρως κεφαλοποιητικό.

Για όλες τις κατηγορίες ασφαλισμένων και συνταξιούχων, σημερινών και μελλοντικών, θεσπίζονται ενιαίοι κανόνες, προσαρμοσμένοι στους δημοσιονομικούς στόχους , κάτι που σημαίνει μειώσεις σε παροχές και συντάξεις για όλους. Οι ενιαίοι κανόνες επιτυγχάνονται τόσο με τον επανυπολογισμό των συντάξεων που ήδη αποδίδονται, όσο και με την επιπλέον ενοποίηση των Ταμείων σε ένα υπερ-Ταμείο, με την επωνυμία Εθνικός Φορέας  Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ).

Ταυτόχρονα τα μέτρα που θα περιλαμβάνει το νέο ασφαλιστικό δεν θα εξαντληθούν με την ψήφισή του, αλλά θα λαμβάνονται και νέα μέτρα, εάν απαιτείται από τους δημοσιονομικούς στόχους.

Για αυτό, παραμένουν ανοιχτές κρίσιμες παράμετροι του νέου συστήματος, όπως το αν τελικά η «εθνική σύνταξη» θα δίνεται με εισοδηματικά (ή και άλλα) κριτήρια, αν θα υπάρξει αύξηση των αναγκαίων ημερών ασφάλισης από τις 4.500 (15ετία) στις 6.000 (20ετία) , για την κατώτερη σύνταξη, αν και από πού θα προέλθουν τα επιπλέον έσοδα για το σύστημα της Ασφάλισης, αν θα καταλήξει  η αύξηση της εργοδοτικής εισφοράς για τις επικουρικές και αν όχι, από πού θα βρεθούν τα προϋπολογιζόμενα κονδύλια.

Με το σχέδιο που παρουσιάστηκε, αλλάζει προς το χειρότερο ο Νόμος 3863/2010 (Λοβέρδου -Κουτρουμάνη), με τον οποίο για πρώτη φορά η σύνταξη «έσπασε» στα δύο:

Ένα τμήμα της καταβάλλεται υπό προϋποθέσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό και το άλλο προκύπτει αναλογικά προς τα χρόνια ασφάλισης και το μισθό του ασφαλισμένου.

Το άθροισμα αυτών των δύο τμημάτων («εθνική» και «ανταποδοτική» σύνταξη), είναι η κύρια σύνταξη και πάνω εκεί προστίθεται η επικουρική.

Η εθνική σύνταξη ορίζεται από την Κυβέρνηση στα 384 ευρώ.

Βασικές παράμετροι του σχεδίου για το Ασφαλιστικό:

 

  1. Ο νέος τρόπος υπολογισμού των συντάξεων

Οι συντάξεις που θα αποδίδονται στο εξής, θα είναι μειωμένες σε σχέση με τις σημερινές κατά 15% – 30%, αλλά και σε σχέση με εκείνες που θα δίνονταν με το Ν3863/2010.

Αυτό συμβαίνει για δύο λόγους:

  • Επειδή τα ποσοστά αναπλήρωσης στον νέο σχεδιασμό «βυθίζονται» στο 38,68% για τα 35 χρόνια Ασφάλισης, (στο ισχύον σύστημα έφταναν το 70%  ενώ στον Ν3863/2010 το 45,85%).
  • Επειδή τα ποσοστά αυτά θα υπολογίζονται και σε πολύ μικρότερο συντάξιμο μισθό, αφού αυτός πλέον θα είναι ο μέσος μισθός ολόκληρου του εργάσιμου βίου και όχι της τελευταίας πενταετίας που ίσχυε πριν. Υπενθυμίζουμε ότι με το σύστημα που ίσχυε μέχρι το 2007, ο ασφαλισμένος έβγαινε σε σύνταξη με το 80% του τελευταίου μισθού. Από το 2007 μέχρι το 2013 με το 70% του μισθού της τελευταίας πενταετίας και από εκεί και πέρα, με βάση το Νόμο Λοβέρδου (ποσοστό αναπλήρωσης 45,85%).

Παράδειγμα:

Με το παλιό σύστημα, ένας μισθωτός που είχε 35 χρόνια υπηρεσίας, με μισθό την τελευταία πενταετία περίπου στα 1.500 ευρώ, το ποσοστό αναπλήρωσης ήταν 70% και η αποδιδόμενη σύνταξη 1.040 ευρώ. Με το νέο σύστημα, επειδή πλέον θα υπολογίζονται οι μισθοί όλου του εργάσιμου βίου και όχι της τελευταίας μόνο πενταετίας, ο συντάξιμος μισθός του εργαζόμενου θα είναι μόλις 1.026 ευρώ. Το ποσοστό αναπλήρωσης από το 70%, με βάση την κυβερνητική πρόταση θα είναι για τα 35 χρόνια Ασφάλισης, μόλις 38,68%!

Έτσι το ποσό της ανταποδοτικής σύνταξης θα είναι μόλις 396 ευρώ. Η προσθήκη σε αυτό το ποσό της «εθνικής» σύνταξης των 384 ευρώ οδηγεί σε τελικό ποσό σύνταξης στα 780 ευρώ! Δηλαδή, η σύνταξη που βγαίνει με το νέο σύστημα είναι μειωμένη κατά 25%!

Σημειώνεται ότι με βάση το Ν.3863/2010, για τον ίδιο εργαζόμενο, η ανταποδοτική σύνταξη θα ήταν 470 ευρώ (ποσοστό αναπλήρωσης 45,85%) και η «εθνική» είχε οριστεί στα 360 ευρώ. Δηλαδή, η συνολική σύνταξη –στην πλήρη ωρίμανση του συστήματος –θα ήταν μόλις 830 ευρώ και σε σχέση με το παλαιό σύστημα 20% μικρότερη.

Έτσι, και τα δύο συστήματα οδηγούν σε πολύ μικρότερες συντάξεις.

  1. «Εφιάλτης» για τη νέα γενιά και για συντάξεις αναπηρίας.

Τα επίπεδα συντάξεων που περιγράφονται πιο πάνω, προκύπτουν σε εργαζόμενους με 35 χρόνια Ασφάλισης. Η εικόνα γίνεται ακόμα χειρότερη για εργαζόμενους που δεν θα μπορούν να εξασφαλίζουν αυτά τα ένσημα. Ειδικά για τις νέες γενιές, που εργάζονται σε συνθήκες «ευελιξίας- ημιαπασχόλησης », το τμήμα της «ανταποδοτικής σύνταξης» θα είναι μηδαμινό.

Παράδειγμα:

Στην περίπτωση 15ετίας, που είναι σήμερα το όριο για να βγει κάποιος στη σύνταξη (4.500 ένσημα), το ποσοστό αναπλήρωσης της ανταποδοτικής σύνταξης θα είναι μόλις 12%. Δηλαδή, σε έναν συντάξιμο μισθό των 1.000 ευρώ, το ανταποδοτικό τμήμα θα ανέρχεται μόλις στα 120 ευρώ! Βέβαια, με τις σημερινές εργασιακές σχέσεις, είναι από δύσκολο έως αδύνατο κάποιος εργαζόμενος να διαμορφώσει στη 15ετία συντάξιμο μισθό 1.000 ευρώ. Επομένως, το 12% της ανταποδοτικής θα υπολογίζεται σε πολύ μικρότερους συντάξιμους μισθούς.

Οι ισχυρισμοί  ότι σε αυτές τις περιπτώσεις των ιδιαίτερα χαμηλών ανταποδοτικών συντάξεων θα βελτιώνει την συνθήκη η προσθήκη της «εθνικής» σύνταξης των 384 ευρώ, αντιτίθεται στο γεγονός ότι  η  «εθνική σύνταξη» και στα δύο συστήματα (στον Ν3863/2010 και στην πρόταση της Κυβέρνησης) δινόταν και θα δίνεται μόνο υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

Έτσι, η «εθνική σύνταξη» θα δίνεται ολόκληρη, μόνο εάν ο δικαιούχος έχει τουλάχιστον 40 χρόνια παραμονής στη χώρα μας και έχει συμπληρώσει το 67ο έτος.

Θα είναι επίσης μειωμένη στην περίπτωση αναπηρίας, ανάλογα με το ποσοστό αναπηρίας του δικαιούχου, θα μειώνεται στην περίπτωση των «πρόωρων» συνταξιοδοτήσεων όπως και στις περιπτώσεις δικαιώματος λόγω θανάτου, αλλά και διπλής σύνταξης.

Αυτό σημαίνει ότι στις περιπτώσεις αναπηρίας –που μπορεί να συμβεί οποτεδήποτε –ο ασφαλισμένος που χάνει την ικανότητα προς εργασία θα μένει «επί ξύλου κρεμάμενος». Είναι ενδεικτικό ότι με ποσοστό αναπηρίας από 50% έως 67% ο ασφαλισμένος θα λαμβάνει μόνο το 50% της «εθνικής», ενώ με ποσοστό αναπηρίας από 67% έως 79% θα λαμβάνει το 75% της «εθνικής» σύνταξης. Επισημαίνεται ότι το νέο σύστημα δεν προβλέπει ούτε κατώτερα όρια συντάξεων.

  1. Επανυπολογισμός των ήδη αποδιδόμενων συντάξεων

Ο παραπάνω τρόπος υπολογισμού των συντάξεων θα εφαρμοστεί και στις ήδη αποδιδόμενες συντάξεις. Δηλαδή θα πραγματοποιηθεί επανυπολογισμός των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων.

Αυτές οι συντάξεις προβλέπεται να μειωθούν κι άλλο, μετά τον επανυπολογισμό τους, με τα νέα κριτήρια που εφαρμόζονται πλέον ενιαία για παλιούς και μελλοντικούς συνταξιούχους.

Η εν λόγω μείωση έχει μετατεθεί  στο 2018 και συγκεκριμένα μετά τον Ιούλιο, οπότε λήγει το τρέχον «πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής».

Συγκεκριμένα, το σχέδιο προβλέπει ότι:

  • Αν μετά τον επανυπολογισμό των ήδη αποδιδόμενων συντάξεων προκύψει μείωση κάτω ακόμα και από τα σημερινά επίπεδα, η σύνταξη θα συνεχίσει να αποδίδεται στο σημερινό της ύψος, το οποίο να σημειωθεί ότι είναι μειωμένο κατά 40% σε σχέση με το 2009.

Αυτή η «προσωπική διαφορά», παύει σταδιακά να υπάρχει μετά τον Ιούλιο του 2018, οπότε οι μειώσεις που προκύπτουν από τον επανυπολογισμό  θα ενσωματωθούν κανονικά στις ήδη αποδιδόμενες συντάξεις.

Μετά τον Ιούλιο του 2018, θ’ αρχίσει να καταβάλλεται η προσωπική διαφορά και ο εναρμονισμός με τις νέες συντάξεις θα πραγματοποιηθεί σταδιακά μέσω των αυξήσεων που θα λαμβάνουν οι τελευταίες μετά τη λήξη του μεσοπρόθεσμου, κατά τα πρότυπα του νέου μισθολογίου.

Παράδειγμα:

Εάν ένας παλιός συνταξιούχος παίρνει σήμερα 800 ευρώ σύνταξη και με τον επανυπολογισμό προκύπτει σύνταξη 700 ευρώ, θα συνεχίσει να παίρνει τα 800 ευρώ μέχρι και το 2018. Από εκεί και πέρα, η σύνταξη θα προσαρμόζεται σταδιακά στα 700ευρώ.

  • Επίσης, αν οι νέες συντάξεις που θα δοθούν την τριετία 2016 -2018 είναι μικρότερες από αυτές που δίνει το ισχύον σύστημα σε ποσοστό μεγαλύτερο του 20%, η Κυβέρνηση«κάνει σκόντο» και βάσει του σχεδίου της δεσμεύεται να καταβάλλει μέρος αυτής της διαφοράς ως «προσωπική διαφορά», μέχρι και το 2018. Με αυτόν τον τρόπο πάει να «μαλακώσει» τις μεγάλες μειώσεις που συνεπάγεται για τους νέους συνταξιούχους το νέο σύστημα. Μετά τον Ιούλιο του 2018, η σύνταξη θα δίνεται στα επίπεδα που προβλέπει ο νέος δυσμενέστερος υπολογισμός.

Παράδειγμα:

Ας υποθέσουμε ότι ένας ασφαλισμένος θα βγει στη σύνταξη μέσα στο 2016. Αν με το παλιό σύστημα δικαιούνταν σύνταξη 1.000 ευρώ και με το νέο 800 ευρώ ( μείωση 20%), τότε μέχρι και το 2018 θα παίρνει 900 ευρώ ( το μισό της διαφοράς του 20% ). Από εκεί και πέρα, η σύνταξή του θα προσαρμοστεί στα 800 ευρώ. Ανάλογη μείωση με μικρότερη όμως «προσωπική διαφορά» (1/3 και 1/4 αντίστοιχα), προβλέπονται και για όσους βγουν στη σύνταξη το 2017 και το 2018.

  1. Επικουρικές:

Με το σχέδιο της Κυβέρνησης επιβάλλεται αύξηση των εισφορών στον κλάδο της επικουρικής σύνταξης κατά 1,5 μονάδα.

Έτσι, από 1/1/2016 και μέχρι την 31/12/2018, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ) όλων των μισθωτών ασφαλισμένων, καθορίζεται σε ποσοστό 3,5% για τον ασφαλισμένο και σε ποσοστό 4% για τον εργοδότη, από 3% και 3% που είναι σήμερα.

Επισημαίνουμε ότι για την εργοδοσία, οι εισφορές μειώθηκαν τα τελευταία χρόνια κατά 3,9 ολόκληρες μονάδες.

Μετά το πέρας της τριετίας, η μηνιαία εισφορά επανέρχεται στο σημερινό ύψος της.

Ωστόσο, ενώ επιβάλλεται αύξηση στην εισφορά για την επικουρική σύνταξη, διατηρούνται όλες οι διατάξεις προηγούμενων νόμων, όπως η διαμόρφωση του ύψους της σύνταξης με βάση τα δημογραφικά δεδομένα (και προσδόκιμο επιβίωσης!).

Δηλαδή, ετησίως θα προϋπολογίζεται ένα συγκεκριμένο ποσό για επικουρικές συντάξεις (το ύψος του θα εξαρτάται από τις αντοχές της οικονομίας), που θα μοιράζεται στους δικαιούχους. Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των δικαιούχων, τόσο μικρότερη επικουρική σύνταξη θα αναλογεί στον καθένα. Το ποσοστό αναπλήρωσης καθορίζεται σε 0,45% για κάθε χρόνο Ασφάλισης.

Δηλαδή, για να φτάσει κάποιος το προηγούμενο ποσοστό αναπλήρωσης που ήταν 20%, θα πρέπει να δουλεύει 44,5 χρόνια! Επίσης, το 20% υπολογιζόταν επί του τελευταίου συντάξιμου μισθού, αν δούλευε στο Δημόσιο, ή επί του μέσου όρου των συντάξιμων αποδοχών της καλύτερης πενταετίας των τελευταίων 10 χρόνων στον Ιδιωτικό Τομέα.

Τώρα θα υπολογίζεται επί του μέσου όρου των συντάξιμων αποδοχών όλου του εργάσιμου βίου.

  1. ΕΚΑΣ -Εφάπαξ –ΜΤΠΥ –παροχές Ταμείων

Μαζί με τον επανυπολογισμό των ήδη αποδιδόμενων συντάξεων, η Κυβέρνηση προχωρά και στη σταδιακή κατάργηση του ΕΚΑΣ. Μετά το 2019 δεν θα καταβάλλεται σε κανέναν συνταξιούχο.

Για τις εφάπαξ παροχές καθιερώνεται νέος μαθηματικός τύπος, σύμφωνα με τον οποίο οι μειώσεις θα κυμανθούν από 10% έως 15%, ενώ στα μερίσματα του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων οι μειώσεις θα υπερβούν το 30%. Όσον αφορά την οργανωτική δομή, δημιουργείται  ένα υπερ-Ταμείο, στο οποίο θα  υπάγονται όλα τα Ταμεία κύριων συντάξεων, μαζί με τα Ταμεία Πρόνοιας που απέδιδαν τα εφάπαξ. Ταυτόχρονα, στο ίδιο Ταμείο υπάγονται και τα Ταμεία και οι κλάδοι που δίνουν παροχές σε χρήμα λόγω ασθένειας ή άλλα

βοηθήματα.

Στο νέο υπερ-Ταμείο κύριας Ασφάλισης, που θα εμπεριέχει ως ξεχωριστές διευθύνσεις και τους τομείς παροχής εφάπαξ, θα ισχύουν στο εξής κοινοί κανόνες υπολογισμού των συντάξεων. Εννοείται, βέβαια, ότι μέσω αυτής της τεχνητής ενοποίησης, πέραν των προβλημάτων λειτουργικότητας, το βέβαιο είναι ότι θα παρατηρηθεί η ελαχιστοποίηση όλων των παροχών προς τους ασφαλισμένους που έδιναν μέχρι τώρα τα Ταμεία, με τη δημιουργία νέων κανονισμών παροχών. Σε κάθε περίπτωση της μη αύξησης  των αποθεματικών που έχουν μείνει έχουν απομείνει γίνεται ορατή η σταδιακή μετατροπή του νέου φορέα σε μια υποτυπώδη, υποβαθμισμένη κρατική δομή ενώ ταυτόχρονα η ιδιωτική ασφάλιση θα κληθεί να υποκαταστήσει την Κοινωνική Ασφάλιση.

Οι ασφαλισμένοι, δηλαδή, λόγω και της δραματικής συρρίκνωσης των συντάξεών τους, θα αναγκάζονται ουσιαστικά κι εφόσον αντέχουν οικονομικά να καταφύγουν στην ιδιωτική ασφάλιση για να έχουν στοιχειώδεις παροχές υγείας. Η ασφάλιση από συλλογικό δικαίωμα και εργατική κατάκτηση, μετατρέπεται σε ατομική υποχρέωση.

Με τη δημιουργία αυτού του υπερ-Ταμείου είναι άμεσος ο κίνδυνος της οργανωτικής παραλυσίας και ταλαιπωρίας, των εργαζομένων και των ασφαλισμένων, ενώ η διάχυση χρεών και ελλειμμάτων των πιο «προβληματικών» ταμείων θα έχει επιβαρυντικές συνέπειες για όλες τις συντάξεις.

Επιμέλεια: Γεωργιάδης Κωνσταντίνος

Πηγές: Ελεύθερος Τύπος, REAL, ΤΟ ΘΕΜΑ, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, ΑΥΓΗ, (Φύλλα της Κυριακής 17/01/2016 ), Ενημερωτικά δελτία ΑΔΕΔΥ

Αφήστε ένα σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Ομοσπονδία Τεχνολόγων Ακτινολόγων Ελλάδος

Σταδίου 39, Αθήνα
4ος όροφος, 5ο γραφείο

Τηλ: 210-3214133
Email: [email protected]

Επαγγελματικά Δικαιώματα Τεχνολόγου Ακτινολογίας Ακτινοθεραπείας
Αμοιβαίες μετατάξεις υπαλλήλων